Ο Τζέισον, η Τζούλια και ο Ρικ είναι έτοιμοι για ένα ακόμη ταξίδι, Ο Πίτερ Δαίδαλος, ο μοναδικός που μπορεί να τους βοηθήσει να βρουν το Πρώτο Κλειδί, έχει διαβεί την Πύλη του Χρόνου και κρύβεται στη Βενετία του δέκατου όγδοου αιώνα. Η ύπουλη Ομπλίβια Νιούτον ήδη τον καταδιώκει και τα παιδιά αποφασίζουν να αναλάβουν δράση. Πρώτα απ’ όλα, πρέπει να ανακαλύψουν ποιος είναι ο μυστηριώδης Μαύρος Γονδολιέρης, μόνο που, καθώς όλα δείχνουν, κανείς δεν έχει ακούσει ποτέ γι’ αυτόν…
Μετά την Πύλη του Χρόνου, τον Μυστικό Λαβύρινθο και το Σπίτι με τους Καθρέφτες, αυτό είναι το τέταρτο βιβλίο του Οδυσσέα Μουρ.
Η γόνδολα γλιστρούσε στη λιμνοθάλασσα, αφήνοντας πίσω της τη Βενετία. Με το ηλιοβασίλεμα, η υδάτινη επιφάνεια λες κι είχε πάρει φωτιά. «Το φανάρι», πρόσταξε ο Μαύρος Γονδολιέρης, όταν το φως έπεσε και το νερό άρχισε να γίνεται πιο σκούρο.
Μια λεπτή ομίχλη από υδρατμούς άρχισε να σηκώνεται εκεί που η λιμνοθάλασσα δεν δεχόταν πια τη θαλπωρή
του ήλιου. Ο Μαύρος Γονδολιέρης τρύπωσε μέσα της με σιγουριά.
Σε λίγο η ομίχλη σηκώθηκε γύρω τους σαν τρεμουλιαστός τοίχος. Τυλιγμένοι μες στην γκρίζα αχλή, γλιστρούσαν πάνω στο ακίνητο νερό, απόλυτα παραδομένοι στον προσανατολισμό του γονδολιέρη.
Μετά από λίγη ώρα, που στα παιδιά φάνηκε αιώνας, η πλώρη έξυσε έναν αμμουδερό βυθό και το πλεούμενο σταμάτησε. «Ο Άγιος Γεώργιος των Φυκιών», είπε ο Μαύρος Γονδολιέρης. Το χρυσό σκουλαρίκι του άστραψε στο φως του φαναριού. «Το Νησί με τις Μάσκες».